Μια αγοραία αυταπάτη
της Αφροδίτης Κυριάκη
Μια ζωγραφιά χωρίς χρώματα
χωρίς γραμμές ορίζοντα, μόνο σκιές πολλές σκιές
-σαν εκείνες που περπατούν στο σκοτάδι,
βιαστικά και σκυφτά για να ‘ρθουν να σ’ ανταμώσουν-
με μια πινελιά Κυριακής
-που κράταγε πάντα στον κόρφο της μια κατάρα
κι όταν κάποτε θέλησα να την σπάσω δάκρυσε η Δευτέρα-
κι απόνερα άσπρα αφρισμένα
σαν αυτά που αφήνουν τα καράβια πίσω τους.
Και στιγμές διάφορες στιγμές κλεμμένες
δανεικές, ανύπαρκτες, βουβές.
Κι ένα μονοπάτι δίπλα στη θάλασσα,
μια σκάλα ένα μπαλκόνι
ένας ψαράς χωρίς δίχτυα
μια χαραγμένη προσδοκία και διάσπαρτες ματαιώσεις
όλων των μεγεθών.
Έχει και περιθώρια, μεγάλα περιθώρια,
για να χωρέσουν όλες οι φλύαρες λέξεις.
Κι αμυδρά εκεί στο βάθος, άγνωστες μορφές,
περαστικές, με ονόματα γυναικεία,
που μοιάζουν να ψιθυρίζουν ένα χιλιοειπωμένο σ’ αγαπώ,
κομμένο σε μικρά και μεγάλα κομμάτια,
να εξυπηρετεί όλες τις περιστάσεις.
Μια ζωγραφιά, που χτες στα τοίχια μου κάρφωσα
και βελάκια άρχισα να της πετώ.
Έτσι, για να νιώσω
πόσο αίμα και πόσο μελάνι στάζει.
«Ενδοχωρώ»