Η έμπνευση που κατοίκησα
της Ελένης Μαυρογονάτου
[Απόσπασμα]
α.
Όλη την έμπνευση
την κατοίκησα σε μια στιγμή,
δέχτηκα την πιο θεμιτή προσφορά
και παρέδωσα τα υπάρχοντά μου
στη μεταφορική αισθημάτων.
Το λίγο που κόστισε,
ήταν ένα μισοτελειωμένο
τετράδιο αναγνώσεων,
σαν αυτά που ξεχνάς
θαμμένα στο ανήλιο υπόγειο
του παιδικού χειμώνα
και που τα βρίσκεις,
όταν νομίζεις ότι έχεις πληρώσει
όλους τους λογαριασμούς
στο υποσυνείδητο.
β.
Βρέθηκα λοιπόν σε καινούριο σπίτι,
να μυρίζω τις βαμμένες επιφάνειες
και το φρέσκο ξύλο,
τοποθετώντας δυο-δυο στα ράφια
με αυτιστική ακρίβεια τις λέξεις μου.
Έπειτα έσκυψα κι αφουγκράστηκα
πίσω απ’ τους τοίχους
τη βαριά ανάσα των νεκρών μου,
άναψα τη λάμπα θυέλλης και φώτισα
όλα τα μισοτελειωμένα πράγματα
που άφησαν πίσω τους,
γιατί δεν θα χωρούσε τόση ελπίδα το χώμα.
γ.
Τώρα με καλούν να φέρω εις πέρας
τις μικρές θλιμμένες ιστορίες τους,
πληρώνοντας γραμμάτια ανεξόφλητα
στο μαυσωλείο των ψυχών τους.
Κι εγώ που είχα κληρονομήσει
τόση έμπνευση,
φόρεσα το παλιό πανωφόρι τους
και βγήκα στη βροχή,
ξεπλένοντάς τους απ’ το βάρος
των ενοχών.
δ.
Όλη την έμπνευση
την κατοίκησα σε μια στιγμή,
καπνίζοντας τ’ αποτσίγαρα
παλιών φίλων
κι ακούγοντας Piaf
από ένα δίσκο 78 στροφών,
που μου χάρισε κάποτε
μισότρελη και μεθυσμένη,
σε προχωρημένη σήψη,
η Ματαιότητα.
Από την ποιητική συλλογή «Φυσάει απόψε περασμένους έρωτες» Άνεμος Εκδοτική, 2011